Region: Κεντρική Μακεδονία

Ο βιασμός της Λουκρητίας

Βασισμένη στο ομώνυμο ποίημα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, η περφόρμανς Ο βιασμός της Λουκρητίας παραπέμπει στα πάθη του πλανήτη. Η ευγενής Λουκρητία βιάζεται από τον γιο του ηγεμόνα. Για να περισώσει την τιμή της, καλεί φίλους και συγγενείς της και τους αφηγείται τι έχει συμβεί. Μετά αυτοκτονεί μπροστά τους. Το νεκρό σώμα της Λουκρητίας εκτίθεται σε κοινή θέα, ο λαός της Ρώμης επαναστατεί, ο ηγεμόνας εκδιώκεται και η μοναρχία αντικαθίσταται από τη δημοκρατία. Η Λουκρητία στην παράσταση συμβολίζει τη διαρκώς βιαζόμενη Γη από τους ισχυρούς της εξουσίας και του χρήματος. Το μουσικό και εικαστικό περιβάλλον που συνοδεύει τον ποιητικό λόγο υπογραμμίζει την ανάγκη να βρεθεί ένας νέος τρόπος συνύπαρξης στον πλανήτη μέσα από το πρίσμα της υπευθυνότητας, του σεβασμού και της συνείδησης των συνεπειών κάθε πράξης.

Η Ιφιγένεια των Ταύρων

Μια Ιφιγένεια, ένας Πυλάδης, ένας Ορέστης και κάποιος Άντον Τσέχοφ σε ένα αντάμωμα άχρονο θα χαράξουν ομόκεντρους κύκλους σε μια αέναη σύγκρουση με τον εαυτό τους και τους υπόλοιπους. Όλοι τους απόγονοι των συνώνυμων ιστορικών προσώπων. Κληρονομιά το όνομά τους… Βάρος αμέτρητο στους ώμους τους… Πώς να αποτινάξουν από πάνω τους όσα τους χρέωσε η ιστορία; Οι άνθρωποι αλλάζουν… Παραμορφώνονται με τα χρόνια, δεν αναγνωρίζουν τον ίδιο τους τον εαυτό και συγκρούονται με καθετί που ενστικτωδώς αναγνωρίζουν ως φορέα αυτής της αμνησίας… Να αλλάξεις τα πάντα… Να γίνεις αυτός που ποθείς… Να δηλώσεις τη δική σου ταυτότητα… Κι ύστερα τι; Πώς να χωρέσει ο ήχος της ανάσας σου μέσα στον θόρυβο ενός πολέμου;

Κάπου στην περιοχή της Κριμαίας, στην Αζοφική θάλασσα, στη Μαριούπολη την πληγωμένη και σ’ ένα λιμάνι, Ταγκανρόγκ το όνομά του (Ταϊγάνιο το αποκαλούσαν οι Έλληνες που ζούσαν εκεί), γενέτειρα του σπουδαίου Ρώσου συγγραφέα Άντον Τσέχοφ, εκτυλίσσεται η ιστορία σε μια εποχή δυστυχισμένη. Ο πόλεμος μαίνεται και σκεπάζει με τρόμο τις ψυχές των ανθρώπων. Είναι ο κύκλος με τη μεγαλύτερη διάμετρο σε ένα σύστημα ομόκεντρων κύκλων συγκρούσεων.

Χίλιοι λόγοι για να τσακωθείς

Η νέα θεατρική παράσταση Χίλιοι λόγοι για να τσακωθείς της ομάδας Τικ Τακ Ντο μάς καλωσορίζει σε ένα φανταστικό ταξίδι ανακάλυψης και αναγνώρισης των συναισθημάτων.

Ο Μάρκος, ένας νεαρός, είναι συνεχώς θυμωμένος και βρίσκει χίλιους λόγους για να τσακώνεται. Με τον θυμό του αντιμετωπίζει ό,τι συμβαίνει γύρω του. Κρατά πάντα την ασπίδα και το ξύλινο σπαθί του κοντά. Όταν θα χάσει τα αντικείμενα αυτά, αναγκάζεται να παραγγείλει καινούρια… «Κύριε Μάρκο, η εταιρία Σπαθί και Ασπίδα σας ευχαριστεί πολύ για την παραγγελία. Με αυτό το γράμμα σάς ανακοινώνουμε ότι από φέτος άλλαξε η διαδικασία παράδοσης ασπίδων και σπαθιών. Ζητάμε προκαταβολικά συγγνώμη για την ταλαιπωρία. Στο χάρτη, που στο κουτί θα βρείτε, είναι σημειωμένα τέσσερα σημεία, χρειάζεται τα κάστρα αυτά τη σφραγίδα τους να δώσουν για να σας αποσταλεί η παραγγελία. Παρακαλώ μην παραβλέπετε καμία οδηγία. Σας χαιρετούμε φιλικά, Σπαθί και Ασπίδα, ΑΜΕ (Ανώνυμη Μονοπωλιακή Εταιρία)».

Η θαυμαστή ιστορία του Χορ-Χορ Αγά

Η θαυμαστή ιστορία του Χορ-χορ Αγά είναι μια μουσική παράσταση θεάτρου σκιών σε σύνθεση Αποστόλη Κουτσογιάννη, κείμενο Μάριου Χατζηπροκοπίου και σκηνοθεσία Θανάση Κριτσάκη, με ερμηνεύτρια την Ειρήνη Μάστορα.

Με αφορμή την οθωμανική οπερέτα Λεμπλεμπιτζής Χορ χορ αγάς (1875), που γνώρισε μεγάλη επιτυχία στα Βαλκάνια και μελωδίες της ερμήνευσε και ηχογράφησε η μπάντα του Ισλαχανέ το 1909, η παράσταση προτείνει μια πρωτότυπη μουσική για δύο τραγουδιστές (Γιάννης Διονυσίου και Νίκος Σπανάτης) και μικρό σύνολο (Oros Ensemble), καθώς και μια καινούρια δραματουργία που απηχεί και επινοεί εκ νέου το αρχικό λιμπρέτο.

Αναζητώντας την κόρη του Φατίμα στους δρόμους της μεγαλούπολης, ο χωρικός Χορ-Χορ συγκρούεται με έναν ξένο για αυτόν κόσμο και, χάνοντας τον εαυτό του, τελικά μεταμορφώνεται. Σπάζοντας το καλούπι της μοίρας των γυναικών, η Φατίμα αναδεικνύεται σε κεντρική ηρωίδα που ορίζει πλέον τη ζωή της και, βοηθούμενη από μαγικές δυνάμεις, κινεί τα νήματα της πλοκής. H φόρμα του θεάτρου σκιών γίνεται ο σκηνικός χώρος ενός σύγχρονου παραμυθιού, η μουσική παράγει το ηχητικό πεδίο όπου ξεδιπλώνονται οι χαρακτήρες, ενώ ο λόγος ξαναγράφει την παλιά ιστορία –τόσο παλιά και τόσο νέα, όσο η Σεχραζάντ.

 

Ο Λούκυ Λουκ φοβάται

Η παράσταση Ο Λούκυ Λουκ φοβάται, σε κείμενο και σκηνοθεσία των Ταξιάρχη Δεληγιάννη και Βασίλη Τσιουβάρα, περιλαμβάνει τη φόρμα του μιούζικαλ, ώστε, με στίχους και μουσική, να δοθεί χρώμα και ποιητική αμεσότητα στην εσωτερική διαμάχη του ήρωα.

Η υπόθεση του έργου έχει ως εξής: Ο Ανδρέας (19 ετών) και η Αντιγόνη (17 ετών) διατηρούν διαδικτυακή σχέση με ψευδώνυμα (Λούκυ και Μπέτυ), χωρίς να ανταλλάξουν ονόματα, ούτε φωτογραφίες. Ο Ανδρέας βρίσκεται σε μια έντονη εσωτερική σύγκρουση ανάμεσα στον αληθινό, ευαίσθητο εαυτό του, που παρουσιάζει μόνο στο διαδίκτυο, και στην εικόνα του ατίθασου, σκληρού αγοριού, που δείχνει στον έξω κόσμο. Ο έρωτάς του για την Αντιγόνη σταδιακά τον ελευθερώνει από τους φόβους του και την εξάρτησή του από τον τζόγο και τον βοηθά να φανερώσει ποιος είναι πραγματικά. Σαν την Άλκηστη του αρχαίου μύθου, ο Ανδρέας «επιστρέφει» στον έξω κόσμο, αφήνοντας τον εικονικό κόσμο, στον οποίο μέχρι τότε είχε αφεθεί.

Τρεις μαχαλάδες κι ένα παζάρι

Τρεις μαχαλάδες βρίσκονται σε τρεις άκρες ενός χωριού, μακριά ο ένας από τον άλλο. Έχει ο καθένας την πλατεία του, τα μαγαζιά του, τα μνήματά του, τα πανηγύρια του, που φυσικά του κάθε μαχαλά είναι τα καλύτερα από των άλλων! Και φροντίζουν να το ξέρουν οι υπόλοιποι… Μια τραγουδίστρια σε ένα δυστοπικό χωριό συνοδεύεται από βιντεοπροβολές και απόκοσμους ή εντελώς χειροπιαστούς ήχους σε ένα κάλεσμα εξερεύνησης τριών κοινοτήτων, μέσα σε ένα τζαμί. Τραγούδια και εικόνες που συναντιούνται για να συγκρουστούν, να παλέψουν και να αφήσουν τα κομμάτια τους. Η τραγουδίστρια συλλέγει ό,τι απέμεινε για να δημιουργήσει έναν νέο, ενιαίο σύγχρονο τόπο, που κανείς δεν ξέρει αν θα αντέξει στον χρόνο. Τελικά οι μαχαλάδες είναι μεταξύ τους όσο διαφορετικοί νόμιζαν; 

Μια φωτεινή ελεγεία για την Ανθούλα Σταθοπούλου

Στην παράσταση Μια φωτεινή ελεγεία για την Ανθούλα Σταθοπούλου, μια ποιήτρια ακροβατεί στα όρια της ζωής και του θανάτου και, καθώς η ζωή της τελειώνει, προσπαθεί να κρατηθεί από τις λέξεις, αυτές που υπηρέτησε. Η σκηνοθετική προσέγγιση του Γιάννη Σολδάτου και της Έφης Βενιανάκη βασίζεται στην επεξεργασία και τον ιδιαίτερο τονισμό της κάθε λέξης. Οι λέξεις μετατρέπονται σε «σκηνικά αντικείμενα» και εκφέρονται με ιδιαίτερη έμφαση, χωρίς να γίνονται μανιέρα. Τα ζητήματα της υπαρξιακής αγωνίας του ανθρώπου, η φθορά και ο θάνατος στο ποιητικό σύμπαν του έργου δεν παύουν να έχουν τολμηρή επικαιρότητα, αφού και η εποχή μας δοκιμάζεται στα ίδια διαχρονικά ζητήματα.


Η Ανθούλα Σταθοπούλου σε ηλικία 27 ετών, την άνοιξη του 1935, φεύγει από τη ζωή αφήνοντας σημαντικό ποιητικό έργο. Στην έκθεση που συνοδεύει την παράσταση το σήμερα συνδέεται με το χθες, διαμέσου φωτογραφικών τεκμηρίων από εγκαταλειμμένα σανατόρια, όχι σαν ρεαλιστικό γράφημα αλλά ως εικαστική ιστοριογραφία. Η ιδιαιτερότητα της ταυτότητάς τους τα μεταγράφει στα περίπλοκα μονοπάτια που ανοίγει η μνήμη στη μυθογραφία του εικοστού αιώνα.