Το βιβλίο του Φώτη Κόντογλου είναι μια συλλογή διηγημάτων που δημοσιεύτηκε το 1962 και αποτελεί μια νοσταλγική αναφορά του συγγραφέα στον χρόνο και τον χώρο των παιδικών του χρόνων, το Αϊβαλί της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα, της μικρής πολιτείας που είναι κρυμμένη μες στα μπουγάζια και τις ακρογιαλιές της Ανατολής.
Διυλίζοντας τα κείμενα αυτά, επιλέγονται τα σημεία που συνομιλούν πυρηνικά με τις φυγές του προηγούμενου αιώνα και ταυτόχρονα με την προσφυγική και μεταναστευτική κρίση τού σήμερα. Αναζητείται η γλώσσα του Κόντογλου και ο δρόμος προς μια βαθύτερη κατανοήση και μια πιο ενεργή συμμετοχή στα «παράξενα ρέματα» που δημιουργούνται μεταξύ των ανθρώπων.
Το Αϊβαλί η πατρίδα μου είναι μια παράσταση τεσσάρων δημιουργών-ερμηνευτών οι οποίοι, μέσα από τις ιστορίες διάφορων πρωταγωνιστών μιας υπέροχης συλλογής διηγημάτων, εμφανίζουν αυτούς τους χαρακτήρες βάζοντάς τους σε κοινό τόπο και χρόνο, συνθέτοντας μια παράξενη, κοινή ιστορία.
Στις 15 Νοεμβρίου 1922 οι Δ. Γούναρης, Ν. Στράτος, Π. Πρωτοπαπαδάκης, Ν. Θεοτόκης, Γ. Μπαλτατζής και Γ. Χατζηανέστης καταδικάστηκαν σε θάνατο για εσχάτη προδοσία, ως οι κύριοι υπαίτιοι της Μικρασιατικής Καταστροφής και εκτελέστηκαν στο Γουδί. Το πρωί της ίδιας μέρας, ο Πρόεδρος του Έκτακτου Στρατοδικείου Αλ. Οθωναίος διαβάζει την ετυμηγορία και αποχωρεί χωρίς να πει «λύεται η συνεδρίασις». Η δίκη των έξι τυπικά δεν λύθηκε ποτέ.
Το Ελευθερία εις θάνατον είναι η δίκη και η παράσταση των γεγονότων που ακολούθησαν την ετυμηγορία και όλων όσων βιαστικά αποσιωπήθηκαν «διά να πεισθή η κοινή γνώμη ότι οι νόμιμοι τύποι ετηρήθησαν».
Στην εποχή μας άραγε, πόσα και τι μορφής δικαστήρια στήνονται «για να πεισθεί η κοινή γνώμη»; Πόσα πραγματικά γεγονότα μεταμφιέζονται σε φανταστικά και αντίστροφα; Και ο καθένας από μας πώς αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει τον κόσμο που τον περιβάλλει;
Μια παράσταση βασισμένη στην ομώνυμη νουβέλα του Γιάννη Μακριδάκη (εκδ. Εστία) και σε ένα οδοιπορικό εικόνων και ήχων από τον τόπο του ξεριζωμού και της νέας πατρίδας. Ένα ναυάγιο ανάμεσα σε Χίο και Τσεσμέ είναι η αφορμή για να ξεδιπλωθεί μια πολυπρισματική ιστορία εμνευσμένη από ιστορικές οικογενειακές αφηγήσεις, που επιχειρεί βαθιά ενδοσκόπηση στη μνήμη και τη φθαρτότητα.
Ο ναυαγισμένος Ανέστης πασχίζει να βάλει το παρελθόν του σε τάξη και να αποφασίσει για το παρόν του. Τα ταχυδρομικά περιστέρια του, ως φορείς μνήμης, μαθημένα να επιστρέφουν πάντα στην «πατρίδα» τους, αψηφούν τα σύνορα και γίνονται συνδετικοί κρίκοι του παρελθόντος και του παρόντος. Εικόνες και ήχοι από τη διαδρομή Σμύρνη – Χίο, φωτίζουν το πολυδαίδαλο ταξίδι της μνήμης.
Γενιές περιστεριών και γενιές ανθρώπων σε παράλληλες πορείες που τις καθορίζει η Ιστορία ή η σύμπτωση και τους αλλάζει τη φορά.
Σμύρνη – Μόρια, εκατό χρόνια εξέλιξης. Η φιλοξενία στην αρχαία Ελλάδα ήταν μια ιερή υποχρέωση και ένα δικαίωμα χωρίς όρους. Από τότε έως σήμερα, το φαινόμενο της αναγκαστικής μαζικής μετακίνησης των πληθυσμών δεν είναι πρωτόγνωρο. Ωστόσο, στα νεότερα χρόνια είναι πρωτόγνωρα σκληρός ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε αυτό το φαινόμενο.
Τι άλλαξε από την αρχαία Ελλάδα έως σήμερα; Τι βίωσαν οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας ερχόμενοι στην Ελλάδα και πως αντεπεξήλθαν; Πώς τους υποδέχτηκαν οι γηγενείς; Πώς τους αντιμετώπισε το τότε ελληνικό κράτος; Και από την άλλη, πώς αντιμετωπίζονται σήμερα οι πρόσφυγες από την ελληνική κυβέρνηση και τους Έλληνες πολίτες;
Μια «ηλεκτροδυναμική» μουσική αφηγηματική θεατρική περφόρμανς από την ομάδα Scarmi, εμπνευσμένη από μαρτυρίες προσφύγων του τότε και του σήμερα, σε συνδυασμό με αρχαία κείμενα, λογοτεχνικά κείμενα, ποίηση, ηχητικά ντοκουμέντα, σωματικότητα και ζωντανή μουσική.
Αναδυόμενες από τον ζόφο της ιστορίας, λάμνοντας στον χρόνο γυναίκες διαφορετικής ηλικίας και καταγωγής συναντιούνται εδώ και τώρα. Ολυμπία! Καλοκαίρι του 2022!
Διαλογικά «επεισόδια» δραματοποιούν τη φρίκη του πολέμου, την Ανταλλαγή των πληθυσμών, την κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας. Μονόλογοι διηγούνται αθροιστικά, με επική κανονικότητα, την ίδια σχεδόν επαναληπτική ιστορία. Οι περφόρμερ, ανώνυμα μέλη όλοι τους ενός τραγικού χορού, που θα ενώσουν τις φωνές τους στα εμβόλιμα τραγούδια, τους κομμούς και τις μονωδίες, αναδεικνύουν τη θεατρικότητα της «μαρτυρικής» αφήγησης προκαλώντας τη συγκινησιακή διέγερση του θεατή που αντικρίζει κατάματα τη βία της Ιστορίας.
Η προσφυγική αφήγηση αποδομείται και ενσωματώνεται σε ένα ιστορικό δράμα δωματίου που άλλοτε μοιάζει με αρχαία τραγωδία και άλλοτε με μουσικό Ρέκβιεμ.
Η Μικρασιατική Καταστροφή και οι πληθυσμιακές ανταλλαγές που την ακολούθησαν οδήγησαν σε μια πολιτισμική ώσμωση που άλλαξε τη ζωή και την ιστορία των κατοίκων της Κρήτης.
Η παράσταση αφορμάται από εικόνες άφιξης και υποδοχής, αποχωρισμού και εγκατάλειψης σε αυτό το κομβικό σημείο ενός λιμανιού. Τα λιμάνια, σημεία μεταιχμιακά για ανθρώπους σε αναζήτηση καταφυγίου, ορμητηρίου, διαφυγής, ταυτότητας, πατρίδας.
Πρόσφυγες του τότε και πρόσφυγες του τώρα, απόγονοι προσφύγων και ντόπιοι που τους υποδέχτηκαν, έγγραφα, δημοσιεύσεις, λογοτεχνικά αποσπάσματα, ποιήματα, τραγούδια, μαρτυρίες έρχονται στο φως για να αφηγηθούν στους θεατές μια ιστορία που εμπλέκει λαούς και πολιτισμούς μέχρι σήμερα. Ένας σύγχρονος Χορός ανθρώπων επί σκηνής «παγιδεύεται» ανάμεσα στη μυθοπλασία και την πραγματικότητα σε μια πορεία εξερεύνησης που ακολουθεί τα ίχνη της κοινής αεικίνητης ανθρώπινης εμπειρίας.
Πώς μοιάζουνε οι άνθρωποι! Άμα τους αφήνουμε ελεύθερους αμέσως ενώνονται, αγαπιούνται.
Γλώσσα. Μια γέφυρα που φτάνει στην καρδιά του συνομιλητή και δημιουργεί δεσμό και δέσμευση μαζί… Ε, και το φαΐ! Τρεις γενιές. Μικρασιάτες και Τουρκοκρητικοί συναντιούνται σε έναν κοινό τόπο, το τραπέζι. Μαγειρεύουν. Νοσταλγούν.
Νοσταλγία είναι πράμα παλιό που θυμάσαι. Ιστορία είναι πράμα παλιό που δε θυμάσαι. Με βγάλανε οι γονείς Οζλέμ, θα πει «νοσταλγία», για την πατρίδα που νοσταλγούν και Πελαγία για το πέλαγο που μας ενώνει…
Τι είναι πρόσφυγας; Ταυτότητα; Πατρίδα; Ποιος ο κοινός τόπος; Μες στην πολυπλοκότητα πολιτικών αποφάσεων μπορούν να ακουστούν τέτοιοι ψίθυροι;
Ένα έργο βασισμένο στις μνήμες μας και στις αφηγήσεις που κατέγραψε η Μαρία Τσιριμονάκη στο βιβλίο της Αυτοί που έφυγαν, αυτοί που ήρθαν.
Τον Σεπτέμβρη του 1922, ένας Αμερικανός πολίτης ναυλώνει το πλοίο Mimosa που θα μεταφέρει δύο χιλιάδες Έλληνες της Μικράς Ασίας στον Πειραιά. Ανάμεσα στους ξεριζωμένους επιβάτες ταξιδεύει και ένας τριμελής θίασος. Ένα αλλόκοτο βαριετέ ζωντανεύει στο κατάστρωμα του Mimosa.
Οι τρεις θεατρίνοι σκέφτονται δυνατά, παίζουν μουσική, χορεύουν, τραγουδούν, αφηγούνται, ακροβατώντας πάνω στη λεπτή γραμμή όπου τα όρια του τραγικού και του κωμικού διαπλέκονται. Καταμεσής στο πέλαγος, μας παρασύρουν στη δίνη της ανθρώπινης ψυχής, στην προσπάθειά της να επιζήσει, να ριζώσει, να εξομολογηθεί, να ξαναβρεί το χαμόγελο, να πιστέψει ξανά.
Η μυθοπλασία συναντά το ντοκουμέντο σε αυτή τη σκοτεινή κωμωδία πάνω στις πολλαπλές περιπέτειες της Μικρασιατικής Καταστροφής. Αντλώντας υλικό από τα βαθιά αδιέξοδα του Εθνικού Διχασμού, η παράσταση ανασυνθέτει, σε ένα μυθοπλαστικό πλαίσιο, ήρωες της εποχής που αγωνίστηκαν για το αβέβαιο αύριο της ενσωμάτωσης.
Η Εταιρεία Θεάτρου ΜΝΗΜΗ, με αφορμή τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή, επιστρέφει στην ατμόσφαιρα εκείνων των ημερών μέσα από την εμβληματική «Πάροδο» του Κοσμά Πολίτη, κεφάλαιο που παρεμβάλλεται στη μέση του μυθιστορήματός του Στου Χατζηφράγκου και μας «εισάγει» στη μεγαλύτερη τραγωδία που βίωσε ο ελληνισμός από γενέσεως ελληνικού κράτους.
Η λογοτεχνική αξία του είναι απαράμιλλη, καθώς καταφέρνει να λειτουργήσει στη φαντασία μας τόσο μεταφορικά σε σχέση με την αξία και την ομορφιά ενός τόπου όσο και κυριολεκτικά, μεταφέροντάς μας στο επίκεντρο της τραγωδίας που εκτυλίχθηκε τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου του ’22 στην παραλία της Σμύρνης.
Η θεατρική παραγωγή συνδυάζεται με την πρωτότυπη μουσική του πιανίστα-συνθέτη Δημήτρη Ντρουμπογιάννη, η οποία και θα εκτελείται ζωντανά επί σκηνής από τρεις μουσικούς.
Σε μια σκηνή-αρχαιολογικό χώρο, πέντε Κεφαλονίτες καλλιτέχνες που ζουν και δημιουργούν στο 2022 ζωντανεύουν αφηγήσεις από τις μέρες του 1922, σιγοτραγουδούν μελωδίες, ψάχνουν τον μίτο που τους συνδέει με τους προγόνους τους, που είτε γεννήθηκαν στην Κεφαλονιά ή στην Ιθάκη είτε βρέθηκαν εκεί κυνηγημένοι, ορφανοί και φοβισμένοι. Συνεργάζονται μαζί τους ένας Βρετανός σχεδιαστής φωτισμών, μια ξενιτεμένη Κεφαλονίτισσα σκηνογράφος και ένας σκηνοθέτης που έχει ρίζες στην Καππαδοκία.
Στην παράσταση παρουσιάζεται αρχειακό υλικό από την υποδοχή των 7.000 προσφύγων και από την ενσωμάτωση όσων, τελικά, παρέμειναν στα δυο νησιά.
Χωρίς θλίψη, αλλά με τη διάθεση να μεταδώσουμε το κλίμα της εποχής και μαζί να επανακαθορίσουμε την έννοια του «πρόσφυγα». Γιατί η Προσφυγιά δεν είναι ένα στιγμιαίο γεγονός στην παγκόσμια ιστορία.